Σε επικίνδυνες εξελίξεις για τη χώρα οδηγεί η διαχείριση της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης που ουσιαστικά λειτουργεί σε πλαίσια οντολογικής και αντιεπικοινωνιακής τακτικής και ανοίγει δύσβατα πολιτικά μονοπάτια που και για τον πιο αισιόδοξο αποτελούν ένα εθνικό λαβύρινθο με δυσοίωνα αποτελέσματα.
Ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης στην επίσκεψη στην Κωνσταντινούπολη τον Μάρτιο συναντήθηκε με τον πρόεδρο της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν και πέρασε το μήνυμα ότι βαδίζουμε σε μονοπάτια συνεννόησης με τους γείτονες ενώ δυο μήνες αργότερα το κλίμα συνεννόησης τελικά αποσταθεροποιείται με την επίσκεψη στην Ουάσινγκτον, μετά την νέα αμυντική συμφωνία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, με τους γείτονες να παρουσιάζουν τον Έλληνα πρωθυπουργό ως αναξιόπιστο.
Συγκεκριμένα ο πρωθυπουργός τον Μάρτιο ανέφερε ότι «είχαμε μια θετική , ειλικρινή και ανοικτή συνάντηση με τον Ερντογάν και συμφωνήσαμε να εστιάσουμε σε θέματα που μας ενώνουν και όχι σε αυτά που μας χωρίζουν.»
Η αναφορά του όμως δεν συνάδει με μια πολιτική θέση ενός σοβαρού πολιτικού η μιας σοβαρής επίσκεψης υψηλού επιπέδου γιατί περισσότερο θύμιζε συνάντηση ζευγαριού που προσπαθεί να τα ξαναβρεί αλλά δεν θέλει να μιλάει για αυτά που το στεναχωρούν.
Η νέα αμυντική συμφωνία που υπογράφηκε με τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν το έρεισμα της επίσκεψης στην Ουάσιγκτον.
Όλα τα ΜΜΕ αλλά και η κυβέρνηση μπήκαν στην διαδικασία να προβάλλουν ως περισπούδαστο και άκρως θετικό το γεγονός πως για πρώτη φορά Έλληνας πρωθυπουργός μιλάει στο Κογκρέσο για να ανεβάσουν το πολιτικό στάτους του πρωθυπουργού και να δημιουργήσουν αίσθηση σιγουριάς στους έλληνες πολίτες.
Η επίσκεψη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ουάσινγκτον μετά από μια νέα ίδιου τύπου αμυντική συμφωνία με τις ηνωμένες πολιτείες εμφανίζει μια αντιφατικότητα που πρέπει να προβληθεί.
Που ωφελεί την χώρα η νέα αμυντική συμφωνία με την Αμερική όταν ήδη σε προηγούμενους χρόνους έχουμε θέσει τους όρους της μεταξύ μας συμμαχίας και όταν ήδη είμαστε σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ;
Οι ΗΠΑ δεν αποτελούν χρόνιο προμηθευτή πολεμικού εξοπλισμού στην Ελλάδα χρεώνοντας τον ελληνικό λαό για δεκαετίες;;;
Ποιος είναι ο λόγος τέτοιων νέων συμφωνιών αμυντικού χαρακτήρα και ποια η ανταποδοτικότητα για την Ελλάδα όταν παραδίδουμε λιμάνια, βάσεις και ολόκληρες περιοχές επ΄ αορίστου χρόνου;;;
Αυτά είναι ερωτήματα που πρέπει να προβληθούν και να γίνει αντιληπτή η κάκιστη διαχείριση της εξωτερικής και οικονομικής πολιτικής που συμβαίνει από κάθε κυβέρνηση υπαρκτή ή ανύπαρκτη, όπως αυτή που σήμερα υπάρχει μέσα στα έδρανα της βουλής και σιγοντάρεται από τα υπόλοιπα κόμματα.
Μετά την Ουάσιγκτον ένα όμορφο σχεδιαστικό κόλπο μεταξύ των δυο πλευρών εμφανίζεται και απροκάλυπτα τεντώνουν και πάλι ξαφνικά οι διμερείς σχέσεις με την Τουρκία η οποία κατηγορεί ως αναξιόπιστη την Ελλάδα και τον Κυριάκο Μητσοτάκη για την στάση του στην Αμερική γιατί τάχα εμφάνισε την Τουρκία ως επιθετική χώρα.
Και ενώ στις λεκτικές τουρκικές προκλήσεις η χώρα θα έπρεπε να απαντήσει με εθνική και πολιτική σοβαρότητα βλέπουμε και ακούμε τον πρωθυπουργό από το Νταβός να δίνει απάντηση απογοητευμένου εραστή λέγοντας ότι:
«Ο Ερντογάν και το 2020 δεν ήθελε να μου μιλήσει…. Ίσως αλλάξει γνώμη..»
Η αλήθεια είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης πουθενά στην ομιλία του στην Ουάσινγκτον δεν ανέφερε την λέξη Τουρκία, οπότε οι τάχα επικοινωνιακές αντιδράσεις του Ερντογάν που είπε επίσημα ότι «Συμφωνήσαμε με τον Μητσοτάκη να μην φέρουμε τρίτες χώρες μεταξύ μας και δεν υπάρχει πια Μητσοτάκης για μένα» είδαμε να αντιμετωπίζονται με μια σθεναρή ερωτική απάντηση από τον πρωθυπουργό της Ελλάδος σαν να προσδοκούσε αυτή την εξέλιξη θεμελιώνοντας την ένταση μεταξύ των δύο κρατών που εξυπηρετεί τα παιγνίδια των αρχηγών των δυο χωρών αλλά όχι τους έλληνες και τούρκους πολίτες.
Το παιγνίδι της έντασης καλλιέργησε και ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου που με δηλώσεις του, σχετικά με την αποστρατικοποίηση των Ελληνικών νησιών στο Αιγαίο , είπε ότι:
«δεν μπλοφάρουμε, αν η Αθήνα δεν συμμορφωθεί, θα προχωρήσουμε παρά πέρα. Όποια δικαιολογία και να βρει η Ελλάδα, οι δικαιολογίες της δεν ισχύουν. Η Ελλάδα έχει εξοπλίσει τα νησιά από το 1960 και αν δεν υποχωρήσει, είπαμε από την αρχή ότι θα ξεκινήσουμε την συζήτηση για την κυριαρχία των νησιών. Είμαστε εξαιρετικά σοβαροί, δεν μπλοφάρουμε γιατί αυτά τα νησιά τους παραχωρήθηκαν υπό όρους. Αν η Ελλάδα, που μιλάει συνέχεια περί Διεθνούς Δικαίου, δεν συμμορφωθεί με αυτό, θα προχωρήσουμε περαιτέρω.»
Φυσικά και ο Έλληνας υπουργός εξωτερικών Νίκος Δένδιας συμμετέχει και αυτός στο παιχνίδι της έντασης των τελευταίων ημερών .Στέλνει επίσημη επιστολή στον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ ως απάντηση των προκλητικών δηλώσεων και η επιστολή αυτή αναφέρεται ότι είναι προϊόν πολύμηνης ενδελεχούς εργασίας από τις υπηρεσίες του υπουργείου εξωτερικών.
Ποιος δουλεύει ποιον όταν τελικά οι σχέσεις μας πριν δυο μήνες ήταν καλές και σήμερα ανακοινώνει το Υπουργείο Εξωτερικών ότι στέλνει επιστολή πολύμηνης διεργασίας;
Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας για απόλυτα δικά μας κυριαρχικά δικαιώματα όπως το Αιγαίο , επί της ουσίας δεν θα έπρεπε να χωράει καμία διαπραγμάτευση, αλλά σήμερα μας οδηγεί σε διαδρομές ύποπτες.
Η κατάληξη τέτοιων χειρισμών οδηγούν σε μια διαιτησία στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης, κάτι που έχουν ψελλίσει επίσημα όλοι οι κυβερνώντες και θα αποτελέσει ύψιστη προδοτική εξέλιξη για την χώρα.
Η εξέλιξη αυτή βλέπουμε να επιβεβαιώνεται και από τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, που μιλώντας αποκλειστικά για την ένταση που δημιουργήθηκε πρόσφατα επέλεξε να κρατήσει απόσταση ουδετερότητας απέναντι σε Αθήνα και Άγκυρα, λέγοντας ότι «Ελλάδα και Τουρκία είναι σημαντικοί Σύμμαχοι που “συναντιούνται καθημερινά στο ΝΑΤΟ” και συζητούν για τις διαφωνίες τους».
Όλοι αυτοί οι χειρισμοί των ηγετών των δυο χωρών οδηγούν, ίσως και μετά από μια πιθανή πολεμική σύρραξη, να μπούμε σε διαπραγμάτευση για αδιαμφισβήτητα και νομικά κατοχυρωμένα κυριαρχικά μας δικαιώματα στο αιγαίο ώστε να μπει η Ελλάδα σε διαδικασία συνδιαχείρισης με την Τουρκία- η οποία παρεμπιπτόντως μόλις συμπλήρωσε εκατό χρόνια πραγματικής ύπαρξης ως κράτος.
Μια τέτοια διαπραγμάτευση θα αποτελέσει μια τραγική και δυσάρεστη εξέλιξη για την ελληνική ιστορία κα το μέλλον της χώρας και θα είναι το αποτέλεσμα της προσβλητικής και ανύπαρκτης εξωτερικής πολιτικής που συντελείται ανέκαθεν από όλες τις κυβερνήσεις και σήμερα σφραγίζεται με τις διπλωματικές ανθελληνικές επιλογές της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
ΠΗΓΗ: ntrin.net
ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΛΗΘΙΝΗ ΤΟΥΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗ!